Για να μην τα πολυλογώ Μαράκι… πιάνω κουβέντα που λες με τον αχλαδέμπορα. Για την ακρίβεια του story, ο αχλαδέμπορας έπιασε κουβέντα μαζί μου, μόλις το αετίσιο μάτι του είδε να σταματώ στον πάγκο του και το δικό μου μάτι να πέφτει στα τελευταία φετέλ αχλάδια του.
“Πάρτα κοπέλα μου και θα με θυμηθείς, δε βλέπεις πόσο έριξα την τιμή;” Η αλήθεια, η ταμπέλα με τη σβησμένη αρχική τιμή και την απίστευτα μειωμένη, με έκανε να σταματήσω στον πάγκο με τα “καμπανοειδή” κιτρινωπά φετέλ (ή φέτελ) αχλάδια.
“Πολλά στίγματα βλέπω πάνω τους, το σκέφτομαι”, απάντησα. “Μα εδώ είναι όλη η γλύκα κοπέλα μου, το φρούτο με τις “σκουριές” που βλέπεις, αρχίζει και βγάζει τα φυσικά του ζάκχαρα και είναι πανέτοιμο για κάθε χρήση”, επέμενε με σιγουριά και γνώση ο μεγαλόσωμος φωνακλάς έμπορος. “Πάρτα όλα και θα σου κάνω καλύτερη τιμή”.
Μεσημεράκι μουντό, υποψία ψιλόβροχου και μόλις έχω κατέβει απ’ το μετρό. Κάπως κουρασμένη απ’ τις πολλές, ετερόκλιτες δουλειές στη μεγάλη πόλη και με δυο τρεις τσάντες γεμάτες από κάποιες αγορές. Ημέρα Τρίτη όμως, ημέρα της Αγίας Λαϊκής που βρίσκεται περίπου στη διαδρομή μου για το σπίτι. Και αυτό δεν το χάνω με τίποτα. Χρώματα και μυρωδιές και φωνές και ανακατωσούρα. Δεν είχα σκοπό να αγοράσω κάτι. Φορτωμένη και κουρασμένη μόνο για περατζάδα έκανα την παράκαμψη για τη λαϊκή.
Όμως ο γελαστός τύπος, τα “ψιλοσκουριασμένα” αχλάδια του και η τιμή βεβαίως με έπεισαν να πάρω τέσσερα κομμάτια.
Και ναι, το μετάνιωσα που αγόρασα μόνο τέσσερα. Και ναι ήμουνα έτοιμη να παρατήσω τα ψώνια και να τρέξω ξανά στη λαϊκή να πάρω και τα υπόλοιπα.
Και όχι… δεν έτρεξα… γιατί με παντόφλες, ποδιά και με το μαχαίρι στο χέρι που κόβει ένα κομματάκι απ’ το φετέλ και μετά ένα δεύτερο κομματάκι και μετά όλο το γλυκό ζουμερό φρούτο πριν το μεσημεριανό που περιμένει στην κατσαρόλα… δεν τρέχεις κοπέλα μου, οι σίελοι τρέχουν και απλά κάνεις υπομονή ως την άλλη Τρίτη, ημέρα λαϊκής, μπας και πετύχεις τον αχλαδέμπορα με τα φετέλ του και αγοράσεις και πάλι αυτά τα θεσπέσια “σκουριασμένα” αχλάδια που “βγάζουν τα φυσικά τους ζάκχαρα και είναι πανέτοιμα για κάθε χρήση”, όπως πολύ σοφά είπε ο μάστορας.
Και για την ιστορία… αγόρασα τέσσερα φετέλ – ένα που έφαγα πριν το μεσημεριανό = τρία φετέλ.
Τρία φετέλ – δύο που έκανα μαρμελάδα = ένα φετέλ.
Ένα φετέλ – ένα φετέλ που έβαλα στα κεκάκια = Μηδέν φετέλ…
Υπομονή Μαράκι ως την άλλη Τρίτη, θα σε πάρω μαζί μου στη λαϊκή να γνωρίσεις τον χαρωπό φωνακλά αχλαδέμπορα και να αγοράσεις και συ μερικά απ’ τα “σκουριασμένα” υπέροχα φετέλ του.
Υλικά (για 12 κεκάκια – μάφινς)
- 1 μεγάλο φετέλ
- 200 γρ. αλεύρι
- 100 γρ. γιαούρτι στραγγιστό
- 50 γρ. σταφίδες ξανθές, σηκώνει και παραπάνω
- 100 γρ. άσπρη ζάχαρη
- 100 ml ηλιέλαιο
- 2 αβγά
- 1 κ.γ. γεμάτο μπέικιν
- 1%2 κ.γ. σόδα
- 1 φακελάκι βανίλια ζάχαρη + 1 κ.γ. κανέλα
Διαδικασία
- Σε ένα μπολ βάζω το ηλιέλαιο με τη ζάχαρη. Χτυπώ 2-3 λεπτά.
- Προσθέτω τα δυο αβγά. Χτυπώ.
- Προσθέτω το γιαούρτι. Ανακατεύω καλά να έχω ένα ομοιογενές μείγμα.
- Τρίβω το φετέλ στον τρίφτη. Προσθέτω στο μείγμα.
- Προσθέτω σιγά σιγά το αλεύρι στο οποίο έχω ρίζει βανίλια, κανέλα, μπέικιν, σόδα. Ανακατεύω καλά.
- Προσθέτω τη σταφίδα.
- Λαδώνω τις θήκες για τα κεκάκια-μάφινς. Τις αλευρώνω και τινάζω το περίσσιο αλεύρι. Μοιράζω το μείγμα προσεχτικά στις 12 θήκες.
- Ψήνω στο φούρνο στις αντιστάσεις για περίπου 30-35 λεπτά στους 200 βαθμούς.
- Βγάζω απ’ το φούρνο και περιμένω ώσπου να πέσει η θερμοκρασία. Τα αφαιρώ με προσοχή και τα τοποθετώ σε πιατέλα.
- Όταν κρυώσουν καλά τα στολίζω με ό,τι υπάρχει στα ντουλάπια και τη φαντασία μου.
- Το ένα το άχνισα με άχνη ζάχαρη, το άλλο με μαρμελάδα που έφτιαξα με τα δυο φετέλ και το τρίτο με απλό γλάσο νερού με άχνη. Όσο για τους πολύχρωμους κόκκους πιπεριού… δεν είναι για ντεκόρ… τρώγονται τέλεια με τη γλύκα της όποιας επικάλυψης και δίνουν στο τέλος μια εξαιρετική πιπεράτη σπιρτάδα.
Καλή σας επιτυχία
Leave a Reply